Παρασκευή 16 Μαρτίου 2018

ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ (Β’ ΜΕΡΟΣ)



 
Ψύχραιμη ματιά
Επιμέλεια: Βασίλης Αλεξίου, Φιλόλογος [1]
                                                                                    


Αφόρμηση για το σημερινό κείμενο αποτελούν τα όσα συνέβησαν στο γήπεδο της Τούμπας το τελευταίο 15μερο αρχικά με τη ρίψη αντικειμένου από έναν ανόητο οπαδό του ΠΑΟΚ προς τον προπονητή του Ολυμπιακού στον αγώνα των δύο ομάδων και μετά από λίγες ημέρες εξαιτίας μιας διφορούμενης απόφασης του διαιτητή στον αγώνα ΠΑΟΚ- ΑΕΚ, η οποία έδωσε αφορμή για την εισβολή στο τερέν του προέδρου της γηπεδούχου ομάδας με συνοδεία 4 «ανδρών της προσωπικής φρουράς του», όλοι φέροντες πιστόλια (!), για να διευθετήσει το θέμα, ώστε να πάρει ο διαιτητής τη σωστή απόφαση! Ωστόσο, το κείμενό μου, το οποίο θα δημοσιευθεί σε τρεις συνέχειες για την οικονομία του χώρου, δε θα πάρει θέση για το ποιος μεγαλοπαράγοντας κάνει μικρότερο ή μεγαλύτερο κακό στο ελληνικό ποδόσφαιρο, αφού, όπως λέει θυμόσοφα ο λαός «άσπρος σκύλος, μαύρος σκύλος όλοι οι σκύλοι μια γενιά». Θα επιχειρήσω να εστιάσω στην ουσία του θέματος που για μένα είναι η εκμετάλλευση ανθρώπων μέσω του λαϊκού αυτού αθλήματος.

ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ (Β’ ΜΕΡΟΣ)

Το ποδόσφαιρο είχε πια καταστεί ήδη ένας ιστός πασών των εξουσιών. Παρά το γνωστό κλισέ περί «γιορτής του αθλητισμού», το ποδόσφαιρο ποτέ δεν υπήρξε μια απλή αθλητική διοργάνωση. Σαν μαζικό λαϊκό άθλημα  με τεράστια απήχηση χρησιμοποιήθηκε (κι εξακολουθεί) από την εξουσία (ειδικά από φασιστικά καθεστώτα) προκειμένου να της δώσει λαϊκό έρεισμα μέσα από τον «άρτο και θέαμα». Η  Ελληνική χούντα εκμεταλλεύτηκε στο έπακρο τη πορεία του Παναθηναϊκού προς το Ουέμπλεϋ, οι χούντες της λατινικής Αμερικής έκρυβαν τις δολοφονίες τους και τα εγκλήματα τους πίσω από τις επιτυχίες των εθνικών τους ομάδων στα Μουντιάλ (Ουρουγουάη, Αργεντινή, Βραζιλία κλπ), ενώ το ποδόσφαιρο χρησιμοποιήθηκε ακόμη και για την έναρξη πολέμων και εθνοκαθάρσεων.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο  Πόλεμος του ποδοσφαίρου (=La guerra del fútbol) ή Πόλεμος των 100 ωρών το 1969 μεταξύ της Ονδούρας και του Ελ Σαλβαδόρ. Αιτία του πολέμου ήταν οι τεταμένες σχέσεις των δύο χωρών λόγω πολιτικών διαμαχών κυρίως στο ζήτημα της μετανάστευσης από το Ελ Σαλβαδόρ στην Ονδούρα. Η αφορμή δόθηκε από τις έντονες ταραχές που ξέσπασαν κατά την διάρκεια του δεύτερου προκριματικού γύρου για το Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου του 1970. Αλλά και στη Γιουγκοσλαβία ένας ποδοσφαιρικός αγώνας αποτέλεσε την αφορμή για την έναρξη του εμφυλίου πολέμου που θα οδηγούσε στη διάλυσή της. Συγκεκριμένα το Μάιο του 1990, λίγες εβδομάδες πριν ο εθνικιστής Τούζμαν εκλεγεί πρόεδρος, στον αγώνα μεταξύ της Ντιναμό Ζάγκρεμπ με τον Ερυθρό Αστέρα στο Ζάγκρεμπ, οι οπαδοί των δύο ομάδων συγκρούστηκαν με λύσσα. Ο αγώνας διακόπηκε και ουσιαστικά ξεκίνησε ο πολύχρονος πόλεμος. Οι φανατικοί οργανωμένοι οπαδοί των δύο ομάδων ήταν αυτοί που συγκρότησαν κατά τη διάρκεια του πολέμου τις παραστρατιωτικές ομάδες των Κροατών και των Σέρβων και τελικά ήταν αυτοί που έκαναν τη βρώμικη δουλειά: τις ομαδικές δολοφονίες, το πλιάτσικο και το κάψιμο των χωριών που ανήκαν στον «εχθρό», πρώην ομοεθνή τους.
Παραφράζοντας μια φράση του Μπακούνιν θα μπορούσε να πει κανείς πως οι άνθρωποι πάνε στο γήπεδο για τους ίδιους λόγους που πάνε στη ταβέρνα, για να ξεχάσουν δηλαδή τη μιζέρια τους και να φανταστούν για λίγα λεπτά ότι είναι ελεύθεροι και χαρούμενοι. Αλλά και ο Τζέραλντ Βίβαϊ[2] έγραψε πως: «Ο θρίαμβος της ποδοσφαιρικής ομάδας κάποιου τον αποζημιώνει παροδικά για της αποτυχίες στην καθημερινή ζωή. Το συναίσθημα ευφορίας που παράγεται από ένα τέτοιο θρίαμβο δημιουργεί προς στιγμή φυγή από την πραγματικότητα… Οι καταπιεζόμενες μάζες βιώνουν τα τέρματα που σημειώνονται στο ποδοσφαιρικό γήπεδο σαν δικά τους…
Όπως όμως όλα τα πράγματα στη ζωή, οι παραπάνω διαπιστώσεις δεν είναι απόλυτες. Εννοείται πως υπάρχουν άνθρωποι που παρακολουθούν μπάλα, χωρίς να τρέφουν κανένα μίσος για την αντίπαλη ομάδα και τους φίλους της, χωρίς να τα «βάφουν μαύρα» μετά από κάποια ήττα της, στρεφόμενοι  εναντίον των αντιπάλων που νίκησαν, παρά το βλέπουν μόνο σαν μια ενενηντάλεπτη διασκέδαση. Εννοείται πως είναι πολλοί αυτοί οι πολίτες που η αγάπη τους για το λαϊκό αυτό άθλημα είναι ανιδιοτελή και δεν έχει καμιά σχέση με την «αγάπη» των προέδρων των ανώνυμων ποδοσφαιρικών εταιριών.

Συνεχίζεται…


Πηγή: Στοιχεία για το σημερινό κείμενο αλιεύτηκαν από αντίστοιχο κείμενο που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα δρόμου «Άπατρις» (Δεκέμβρης 2011) που κυκλοφορεί στις πόλεις της Κρήτης.



[1]  Ο κ. ΑΛΕΞΙΟΥ αρθρογραφεί κάθε Πέμπτη και Κυριακή στην εφημερίδα της Καρδίτσας «Πρωινός Τύπος».  (Για τυχόν επισημάνσεις, παρατηρήσεις, επικοινωνία  κ.τ.λ: vaalexiou@yahoo.gr).

[2] Βίβαϊ Τζέραλντ (1979): Το ποδόσφαιρο σαν ιδεολογία», μετ. Γιώργος Νταλιάνης, εκδ. Διεθνής Βιβλιοθήκη.



Share this