Σάββατο 6 Μαΐου 2017

Ένας μεγάλος αγνοούμενος: ο ψυχισμός του ανέργου



Ψύχραιμη ματιά
Επιμέλεια: Βασίλης Αλεξίου, Φιλόλογος [1]



Τα πρόσφατα αποτελέσματα μιας νέας επιστημονικής έρευνα[2] δε νομίζω να ξάφνιασε κανέναν. Έλεγε πως η ανεργία σχετίζεται με 50% υψηλότερο κίνδυνο πρόωρου θανάτου στους ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια.  Επιπλέον, η έρευνα δείχνει ότι η ανεργία αυξάνει τον κίνδυνο πρόωρου θανάτου ακόμη και νέων ανθρώπων με καρδιακή ανεπάρκεια. Μάλιστα η ανεργία αυξάνει την πιθανότητα θανάτου ενός ανθρώπου περισσότερο από το αν έχει ιστορικό διαβήτη ή εγκεφαλικού, γιατί, όπως δήλωσαν οι ερευνητές, είναι πολύπλοκος και πιθανότατα πολυπαραγοντικός ο μηχανισμός που συνδέει την ανεργία με τον κίνδυνο θανάτου από καρδιά.

Ένας μεγάλος αγνοούμενος: ο ψυχισμός του ανέργου

Το φάσμα της ανεργίας κυρίεψε την Ελλάδα. Σύμφωνα μάλιστα με τα νεότερα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛ.ΣΤΑΤ), οι απασχολούμενοι στη χώρα μας είναι 3,7 εκατομμύρια, την ώρα που οι άνεργοι, οι συνταξιούχοι και τα άτομα που δεν αναζητούν εργασία είναι αθροιστικά 4,4 εκατομμύρια (δηλαδή 700.000 περισσότεροι από όσους εργάζονται)!
Πίσω, όμως, από τις στατιστικές και τους ψυχρούς υπολογισμούς, φίλοι μου, υπάρχει ένας μεγάλος αγνοούμενος: ο άνεργος και ο ψυχισμός του. Η έρευνα στον τομέα αυτό είναι εξαιρετικά ελλιπής. Κι όμως! Η γνώση της ψυχολογίας και η διερεύνηση του βιώματος του κοινωνικού αποκλεισμού στις κυρίως θιγόμενες πληθυσμιακές ομάδες (νέοι, γυναίκες, άτομα με ειδικές ανάγκες) θα ήταν ένα κλειδί για την κατά το δυνατόν λιγότερο στενά οικονομιστική εξέταση ενός τόσο σπουδαίου ζητήματος.
Γιατί άνεργος τελικά δεν είναι ένα άτομο που έχει χάσει απλώς τη δουλειά του. Είναι ένα άτομο που έχει χάσει την ταυτότητα του, που δεν ξέρει τι να κάνει με το χρόνο, την οικογένεια του, τη ζωή, τον εαυτό του. Άνεργος δεν είναι κάποιος που ψάχνει απλώς για δουλειά. Είναι κάποιος που ψάχνει για στηρίγματα επιβίωσης. Μαζί με τη δουλειά έχασε πολύ περισσότερα από οικονομικά αγαθά: Έχασε την αυτοεκτίμηση, τον αυτοσεβασμό, την αξιοπρέπειά του[3]!
Στη χώρα μας την τελευταία πενταετία η αγωνία της χαμένης εργασίας- ή της εργασίας που μπορεί να χαθεί όσο σοβεί η κρίση[4]- βιώνεται σε όλες τις βαθμίδες της κοινωνικής κλίμακας. Στην καθεμία από αυτές η απώλεια της εργασίας γίνεται αισθητή σαν μια συντριπτική δοκιμασία που βεβηλώνει την ταυτότητα εκείνου που την υφίσταται. Το αποτέλεσμα είναι η απώλεια της ισορροπίας και η ταπείνωση.
Πράγματι, είναι εκπληκτικό να ανακαλύπτεις πόσο γρήγορα και σε πόσο μεγάλο βαθμό νιώθεις ηττημένος και πόσο αμείλικτη γίνεται η κοινωνία, όταν δε βρίσκεις πια καμία ή σχεδόν καμιά υποστήριξη και αισθάνεσαι ότι έχεις χάσει τα πάντα. Όλα γίνονται αβέβαια, επισφαλή, όλα «κλείνουν» και ταυτόχρονα απομακρύνονται. Πολύ λίγα πράγματα απαγορεύεται να διαπραχθούν σε βάρος κάποιου που δεν έχει πια «οικονομική υπόσταση». Προπαντός δεν πρέπει να περιμένει πια κανένα σεβασμό σε κανένα τομέα.
Και μια κουβέντα ειδικότερα για τους νέους λέω. Αυτό που η κοινωνία τούς αρνείται δεν είναι μόνο μια θέση εργασίας, μα κάτι περισσότερο: είναι μια μοίρα, με τις περιπέτειες και τις συγκινήσεις της, με το βάρος της ελπίδας και του φόβου[5]. Αυτοί οι νέοι ουσιαστικά εμποδίζονται να κατοικήσουν στην ελληνική κοινωνία, αφού το 53% των άνεργων νέων στην Ελλάδα βρίσκεται εκτός εργασίας για περισσότερο από έναν χρόνο και τον ρόλο του υποστηρικτή αναλαμβάνει η οικογένεια, αφού εφτά στους δέκα άνεργους νέους έχουν ανάγκη σημαντικής γονεϊκής βοήθειας για να επιβιώσουν! Για δημιουργία οικογένειας ούτε λόγος…




[1]  Ο κ. ΑΛΕΞΙΟΥ αρθρογραφεί κάθε Πέμπτη και Κυριακή στην εφημερίδα της Καρδίτσας «Πρωινός Τύπος». (Για τυχόν επισημάνσεις, παρατηρήσεις, επικοινωνία  κ.τ.λ: vaalexiou@yahoo.gr)
[2] Του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου της Κοπεγχάγης με επικεφαλής των ερευνητών τον δόκτορα Ράσμους Ρόερθ.
[3] Τσαλίκογλου, Φ. (1999). « Ψυχολογία της καθημερινής ζωής», εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα.
[4] 1.000.000 περίπου είναι οι ελεύθεροι επαγγελματίες και γενικά οι αυτοαπασχολούμενοι που βρίσκονται σε κατάσταση μεροδούλι-  μεροφάι.
[5] Φόρεστερ, Β. (1997), «Η οικονομική φρίκη», μετάφ.: Αγγέλα Βερυκοκάκη, Εκδ. Α.Α. Λιβάνη, Αθήνα.

Share this