Πέμπτη 6 Ιουνίου 2019

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ» ΚΑΙ «ΚΕΙΜΕΝΑ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ»: ΤΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ Α’ ΤΑΞΗΣ (5ου ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ)


ΑΥΤO ΕΙΝΑΙ ΤO ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ A' ΤΑΞΗΣ (5ου ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ) ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ «ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ» ΚΑΙ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ «ΚΕΙΜΕΝΑ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ», ΠΟΥ ΕΞΕΤΑΣΤΗΚΑΝ ΣΗΜΕΡΑ (6/6/2019) ΟΙ ΜΑΘΗΤΕΣ/ΤΡΙΕΣ ΜΟΥ.
                    ΕΥΧΟΜΑΙ ΣΕ ΟΛΟΥΣ ΚΑΙ ΟΛΕΣ ΝΑ ΕΓΡΑΨΑΝ ΚΑΛΑ.

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΤΑΞΗ: A ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ


Α. ΚΕΙΜΕΝΟ: «Οι δάσκαλοί μου» (απόσπασμα από την «Αναφορά στο Γκρέκο» του Νίκου Καζαντζάκη)

Από το Δημοτικό Σκολειό απομένει ακόμα στη θύμησή μου ένας σωρός από παιδικά κεφάλια, κολλητά το ένα πλάι στο άλλο, σαν κρανία. Τα πιο πολλά θα ’χουν γίνει κρανία. Μα απάνω από τα κεφάλια αυτά απομένουν μέσα μου αθάνατοι οι τέσσερεις δάσκαλοι:
Ο Πατερόπουλος στην Πρώτη Τάξη, γεροντάκος, κοντός, αγριομάτης, με κρεμαστά μουστάκια, με τη βίτσα πάντα στο χέρι. Μας κυνηγούσε, μας περμάζωνε και μας έβαζε στη γραμμή σαν να ‘μαστε παπιά και μας πήγαινε στο παζάρι να μας πουλήσει. «Το κρέας δικό σου, τα κόκαλα δικά μου, δάσκαλε» του παράγγελνε κάθε γονιός παραδίνοντάς του το αγριοκάτσικο παιδί του· «δέρνε το, δέρνε το, ωσότου να γίνει άνθρωπος». Και μας έδερνε αλύπητα· και περιμέναμε όλοι, δάσκαλος και μαθητές, πότε, με το πολύ ξύλο, θα γίνουμε άνθρωποι! […]
Ο Τίτυρος βασίλευε στη Δευτέρα Τάξη.  Βασίλευε, ο δύστυχος, μα δεν κυβερνούσε. Χλωμός, με γυαλάκια, με κολλαριστό πουκάμισο, με μυτερά στραβοπατημένα λουστρίνια, με μια μεγάλη μύτη τριχωτή, με λιγνά δάχτυλα, κιτρινισμένα από τον καπνό. Δεν τον έλεγαν Τίτυρο, τον έλεγαν Παπαδάκη· μα μια μέρα του ‘φερε ο κύρης του ο παπάς από το χωριό πεσκέσι ένα μεγάλο κεφάλι τυρί. «Τι τυρός είν’ αυτός, πάτερ;» έκαμε ο γιος, τ’ άκουσε μια γειτόνισσα που έτυχε στο σπίτι, το ‘πε παραπέρα, πήραν τον κακομοίρη το δάσκαλο στο μεζέ και του ’βγαλαν το παρατσούκλι. Ο Τίτυρός μας, λοιπόν, δεν έδερνε, παρακαλούσε. Μας διάβαζε Ροβινσώνα, μας ξηγούσε την κάθε λέξη κι ύστερα μας κοίταζε με τρυφεράδα κι αγωνία, θαρρείς μας παρακαλούσε να καταλάβουμε. Μα εμείς ξεφυλλίζαμε το Ροβινσώνα και κοιτάζαμε εκστατικοί στις κακοτυπωμένες ζωγραφιές τα τροπικά δάση και τη θάλασσα γύρω που απλώνουνταν έρημη. Κι ο κακόμοιρος ο Τίτυρος έβγαζε την ταμπακιέρα του, έστριβε ένα τσιγάρο να το καπνίσει στο διάλειμμα, μας κοίταζε ικετευτικά και περίμενε […]
Στην Τρίτη Τάξη ο Περίανδρος Κρασάκης. Ποιός ανέσπλαχνος νουνός έδωκε το όνομα του άγριου τύραννου της Κόρινθος στον καχεχτικό αυτόν ανθρωπάκο, με το αψηλό σκληρό κολάρο για να μη φαίνουνται οι σκρόφουλες στο λαιμό του, με τα λιγνά σαν του τζίτζικα ποδαράκια, με το άσπρο μαντηλάκι πάντα στο στόμα, να φτύνει, να φτύνει και να κόβεται η πνοή του; Αυτός είχε μανία με την καθαριότητα. Κάθε μέρα επιθεωρούσε τα χέρια μας, τ’ αυτιά μας, τη μύτη, τα δόντια, τα νύχια. Δεν έδερνε αυτός, δεν παρακαλούσε, μα κουνούσε τη χοντρή, γεμάτη σπυριά κεφάλα του.
- Ζώα, αν δεν πλένεστε κάθε μέρα με σαπούνι, δε θα γίνετε ποτέ σας άνθρωποι. Τι θα πει μαθές άνθρωπος; Αυτός που πλένεται με σαπούνι. Τα μυαλό δε φτάνει, κακομοίρηδες, χρειάζεται και σαπούνι. Πώς θα παρουσιαστείτε στο Θεό με τέτοια χέρια; Πηγαίνετε έξω στην αυλή να πλυθείτε.




Β. ΘΕΜΑΤΑ
1) Ποιος δάσκαλος αποκαλούσε τους μαθητές του «ζώα»; Γιατί τους αποκαλούσε έτσι;              
Μονάδες  2,5

2. Να καταγράψετε τη δομή (Θεματική περίοδος, Σχόλια- Λεπτομέρειες, Κατακλείδα Πρόταση) της παρακάτω  παραγράφου:

«Εγώ, προσωπικά προτιμώ το αεροπλάνο. Και αυτό γιατί, πρώτον, θέλω να φτάνω στον προορισμό μου πολύ πιο γρήγορα. Επίσης, το θεωρώ πολύ πιο ασφαλές. Επιπλέον, βοηθάει πολύ στις έκτατες περιπτώσεις, όπως μία μεταφορά ασθενή ή κάποια δυσάρεστα γεγονότα. Τέλος, δεν μπορώ να μετακινηθώ αλλιώς στις περιοχές που δεν υπάρχει κοντά θάλασσα. Από τα παραπάνω γίνεται, λοιπόν, αντιληπτό πως προτιμώ το αεροπλάνο ως μεταφορικό μέσο σε σχέση με το πλοίο.»
                                                                                                                                                            Μονάδες  1,5
3.α) Στις παρακάτω προτάσεις του κειμένου να αναγνωρίσετε
·       τη φωνή,
·       τη διάθεση,
·       τη συζυγία και
·       τη χρονική βαθμίδα                  των ρημάτων.

i)  Αυτός πλένεται με σαπούνι.
ii)  Ο Πατερόπουλος μάς έδερνε αλύπητα.

Ρήματα
Χρονική βαθμίδα
Συζυγία
Φωνή
Διάθεση
πλένεται




έδερνε




                                                                                                                                                            Μονάδες  2,4
3.β) Να χαρακτηρίσετε τις παρακάτω προτάσεις ανάλογα με τη δομή- συστατικά τους (απλή, ελλειπτική, επαυξημένη) και τη σημασία-περιεχόμενό τους (αποφαντική, ερωτηματική, προστακτική, επιφωνηματική).
i) Έχουν οι μαθητές ενδιαφέροντα;
ii) πολλοί μαθητές σχολιάζουν τους καθηγητές τους με άσχημα λόγια.
Μονάδες  1,6
4. Ποια ρήματα παράγονται από τις παρακάτω λέξεις:

Λέξεις
                                  Ρήματα
νοίκι

δροσιά

ξερός

τέντα

λάδι

                                                                                                                                                            Μονάδες  2

Γ. ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΛΟΓΟΥ

Έχοντας πλέον την εμπειρία του Γυμνασίου, αναπτύξτε σε ένα κείμενο 150-200 λέξεων τα στοιχεία (γνώσης, συμπεριφοράς, ήθους, διδακτικής, οργάνωσης κ.α.), τα οποία κατά τη γνώμη σας θα πρέπει να διακρίνουν έναν σύγχρονο εκπαιδευτικό. (Μην ξεχάσεις να γράψεις Πρόλογο και Επίλογο).
Μονάδες  10








ΚΕΙΜΕΝΑ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ


Α. ΚΕΙΜΕΝΟ:                                             Άντον Τσέχωφ: Ο Βάνκας

O Βάνκας Ζούκοφ, ένα παιδάκι εννιά χρονών, δουλεύει εδώ και τρεις μήνες κάλφας στο τσαγκαράδικο του Αλιάχιν. Τη νύχτα της παραμονής των Χριστουγέννων δεν πλάγιασε. Περίμενε να φύγει το αφεντικό με τους μαστόρους για τον όρθρο. Και μόλις απόμεινε μονάχος στο μαγαζί, πήρε από το ντουλάπι του αφεντικού το καλαμάρι με το μελάνι, έναν κοντυλοφόρο με σκουριασμένη πένα, άπλωσε το χαρτί στο παλιοτράπεζο με τα εργαλεία και ετοιμάστηκε να γράψει. Προτού ζωγραφίσει το πρώτο γράμμα, γύρισε πολλές φορές το κεφαλάκι του κατά την πόρτα και το παραθύρι, ρίχνοντας κλεφτές, φοβισμένες ματιές, λοξοκοίταξε το μαυρισμένο εικόνισμα που ήταν σφηνωμένο ανάμεσα στα ράφια με τα καλαπόδια και αναστέναξε προσπαθώντας να λευτερώσει το λαιμό του από έναν κόμπο που τον έπνιγε. Ύστερα γονάτισε μπροστά στον τσαγκαράδικο πάγκο και άρχισε να γράφει:

Πολυαγαπημένε μου παππού Κωσταντή Μακάριτς.
Σου γράφω γράμμα. Σου εύχομαι καλά Χριστούγεννα και
ο Θεός να σου δίνει όλα τα καλά. Δεν έχω πια ούτε
πατέρα ούτε μάνα, μονάχα εσύ μου απόμεινες.

O Βάνκας κοίταξε κατά το σκοτεινό παραθύρι και κει πάνω στο σκοτεινό τελάρο που τρεμούλιαζε το φως του κεριού ζωντάνεψε τη μορφή του παππού του, του Κωσταντή Μακάριτς, νυχτοφύλακα στο σπίτι του κυρίου και της κυρίας Ζιβάρεφ. Ήταν ένα γεροντάκι κοντό και ξερακιανό, μα πολύ σβέλτο και ζωηρό κάπου εξηνταπέντε χρονών. Η όψη του ήταν πάντοτε γελαστή και τα μάτια του μπιρμπίλιζαν. Την ημέρα κοιμόταν στην κουζίνα ή έπιανε κουβεντολόι με τις μαγείρισσες και τη νύχτα τυλιγμένος σε μια φαρδιά προβατόγουνα έφερνε γυροβολιά το χτήμα χτυπώντας τη ροκάνα του.
Τον ακολουθούσαν τα σκυλιά του, η γριά Καστάνκα και ο Χέλης, έτσι τον έλεγαν, γιατί είχε μαύρη τρίχα και το κορμί του ήταν μακρουλό. Αυτός ο Χέλης ήταν ένα πολύ υπάκουο και παιγνιδιάρικο σκυλί. Γλυκοκοιτούσε όλο τον κόσμο, ξένους και δικούς, μα μπέσα δεν είχε. Κάτω απ’ αυτά τα παγνιδιάρικα βλέμματα και την ταπεινοφροσύνη έκρυβε μια φαρμακερή κακία Ιησουίτη! Ήταν μοναδικός να ζυγώνει κρυφά και να κόβει δαγκωνιά στο πόδι του διαβάτη, να τρυπώνει στο κελάρι ή να αρπάζει από το λαιμό την κότα του χωριάτη. Πολλές φορές του είχαν λιώσει με τις μπαστουνιές τα πισινά του πόδια. Δυο φορές τον κρέμασαν στο δέντρο, κάθε βδομάδα τον σάπιζαν στο ξύλο και τον πετούσαν ψόφιο στο χαντάκι. Και όμως πάντα ζωντάνευε! Εφτάψυχος!
Αυτήν τη στιγμή, χωρίς άλλο, ο παππούς θα στέκεται μπροστά στην αυλόπορτα. Θα μισοκλείνει τα μάτια και θα αγναντεύει τα βαθυκόκκινα παράθυρα της εκκλησιάς του χωριού. Χτυπάει τα ποδήματά του στο κατώφλι να ζεσταθεί και ψιλοκουβεντιάζει με τις δούλες. Η ροκάνα κρέμεται στο ζουνάρι του. Τρίβει τα χέρια, κουλουριάζεται από το κρύο και με ένα γεροντικό γέλιο πειράζει πότε την καμαριέρα και πότε τη μαγείρισσα.
— Θα πάρετε λίγη πρέζα;, λέει στις γυναίκες και προσφέρει την ταμπακέρα του.
Oι γυναίκες παίρνουν ταμπάκο και φταρνίζονται και ο παππούς καταυχαριστιέται και ξεκαρδίζεται στα γέλια ευτυχισμένος. Δίνει και στα σκυλιά του πρέζα. Η Καστάνκα φταρνίζεται, στραβομουτσουνιάζει και τρυπώνει σε μια γωνιά παραπονεμένη. O Χέλης, σεβαστικός πάντοτε, δε φταρνίζεται, κουνάει μονάχα την ουρά του…
Και ο καιρός είναι θαυμάσιος. Ησυχία, όλα διάφανα και δροσερά. Η νύχτα είναι σκοτεινή, και όμως ξεχωρίζεις όλο το χωριό με τις άσπρες του στέγες και τον καπνό που ανεβαίνει από τις καμινάδες, τα δέντρα ασημωμένα από την πάχνη, τις στοίβες του χιονιού. O ουρανός είναι σπαρμένος με αστέρια που λαμπυρίζουν χαρούμενα και ο γαλαξίας αστράφτει, έτσι που νομίζεις πως τον σφουγγάρισαν και τον έτριψαν με χιόνι για τις γιορτές…

Β. ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

1.α) Γιατί γράφει γράμμα στον παππού του Κωσταντή Μακάριτς ο Βάνκας; Βρείτε ένα χωρίο που τεκμηριώνει την απάντησή σας.
 Μον. 2,5

β) Ποια συναισθήματα τρέφει ο Βάνκας για τον παππού του; Βρείτε  ένα χωρίο που τεκμηριώνει την απάντησή σας.
Μον. 2,5

2. Να χωρίσετε το δοθέν κείμενο σε δύο ενότητες και να δώσετε έναν πλαγιότιτλο για την καθεμιά.
Μον. 2,5
3. Να αντιστοιχίσετε τα παρακάτω διαφορετικά σχήματα λόγου (Α’ στήλη) με  τα χωρία της β’ στήλης.

Α’ στήλη: Σχήματα λόγου
Β’ στήλη:
1. Προσωποποίηση
α. «έτσι που νόμιζες πως τον σφουγγάρισαν...»
2. Παρομοίωση
β. «τον σάπισαν στο ξύλο»
3. Μεταφορά
γ. «Ο Χέλης, σεβαστικός πάντοτε...την ουρά του»

δ. «ο ουρανός είναι σπαρμένος με αστέρια που λαμπυρίζουν χαρούμενα»

Μον. 3
4. Να αντιστοιχίσετε τις παρακάτω αφηγηματικές τεχνικές (Α’ στήλη) με  τα χωρία της β’ στήλης.

Α’ στήλη: Σχήματα λόγου
Β’ στήλη:
1. Περιγραφή
α. - Θα πάρετε λίγη πρέζα;, λέει στις γυναίκες
2. Αφήγηση- Διήγηση
β. Ήταν ένα γεροντάκι κοντό και ξερακιανό, μα πολύ σβέλτο και ζωηρό κάπου εξηνταπέντε χρονών. Η όψη του ήταν πάντοτε γελαστή και τα μάτια του μπιρμπίλιζαν.
3. Διάλογος
γ. O Βάνκας Ζούκοφ, ένα παιδάκι εννιά χρονών, δουλεύει εδώ και τρεις μήνες κάλφας στο τσαγκαράδικο του Αλιάχιν.

Μον. 1,5

5. Να σκιαγραφήσετε το χαρακτήρα του Βάνκα τεκμηριώνοντας τους χαρακτηρισμούς σας.
Μον. 4

6. Δώστε γραπτά μια άλλη εξέλιξη στο διήγημα, αφότου έριξε το γράμμα ο μικρός Βάνκας.
Μον. 4

Share this