Κυριακή 19 Μαΐου 2019

Ο σύγχρονος προεκλογικός λόγος απωθεί!




Επιμέλεια: Βασίλης Αλεξίου, Φιλόλογος [1]



Καθώς πάμε προς τις εκλογές…

Ο σύγχρονος προεκλογικός  λόγος απωθεί!


Ερώτηση: Αν δώσουμε σ' έναν υποψιασμένο Έλληνα πολίτη να διαβάσει δύο προεκλογικά πολιτικά κείμενα, ένα γραμμένο από πολιτικό που ανήκει στο κυβερνών κόμμα κι ένα κείμενο πολιτικού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, θα καταλάβει ο αναγνώστης ποιο κείμενο είναι του ΣΥΡΙΖΑ και ποιο της Νέας Δημοκρατίας; Η απάντηση (που κατά τη γνώμη μου βγαίνει αβίαστα) είναι «NAI, θα καταλάβει». Και αυτό γιατί η ρητορική του πολιτικού λόγου των δύο «μεγάλων» κομμάτων, όπως εμφανίζεται στην προεκλογική περίοδο, είναι αναγνωρίσιμη.
Πώς λειτουργεί, όμως, η ρητορική του πολιτικού λόγου[2]; Ο πολιτικός λόγος, περισσότερο από άλλες μορφές γλωσσικής επικοινωνίας, αποσκοπεί στο να οδηγήσει σε πράξη: στο να ψηφίσει ο πολίτης αυτό ή εκείνο το κόμμα που θα κυβερνήσει τη χώρα ή θα αποτελεί τη φωνή του στο Κοινοβούλιο (εθνικό ή ευρωπαϊκό). Οι στρατηγικές που έχει στη διάθεσή του είναι κυρίως δύο: η λογική επικοινωνιακή προσέγγιση και η βιωματική (συγκινησιακή).
Η πρώτη, δηλαδή η στρατηγική της πειθούς, είναι η δύσκολη.  Η δεύτερη, δηλαδή η στρατηγική του συνθήματος, είναι η ευκολότερη. Ιδανική για τον πολιτικό λόγο είναι η στρατηγική της πειθούς, συνδυασμένη με περιορισμένης εκτάσεως συγκινησιακές απηχήσεις. Ο πολιτικός λόγος της πειθούς είναι αποδεικτικός λόγος. Στηρίζεται στο επιχείρημα, στην απόδειξη της σύνδεσης πράξεων και υποσχέσεων που συνιστά την αξιοπιστία τού πολιτικού λόγου. Έχει μελετημένο σχεδιασμό, με συγκεκριμένα προγράμματα, σε καθαρό περίγραμμα αρχών και θέσεων, με δημιουργικές και αποτελεσματικές προτάσεις που μπορούν να επιλύσουν σημαντικά και υπαρκτά προβλήματα του πολίτη καθώς και σε οράματα που μπορούν να εμπνεύσουν τον πολίτη άμεσα ή έμμεσα.
Από την άλλη μεριά, ο πολιτικός λόγος του συνθήματος ενεργοποιεί και εκμεταλλεύεται τα συναισθήματα του πολίτη: φόβους, άγχος, αγανάκτηση, μίσος, φανατισμό, συμπάθεια, χαρά, προσδοκία, ενθουσιασμό, συναισθήματα υπεροχής και δύναμης, συναισθήματα αδικίας, καταπίεσης κ.λπ. Συνήθης τακτική στη ρητορική του πολιτικού λόγου που απευθύνεται στο συναίσθημα του ψηφοφόρου είναι η κινδυνολογία: η πρόκληση φόβου από ποικίλους επερχόμενους κινδύνους, τους οποίους καλείται να αποτρέψει ο πολίτης, ψηφίζοντας συγκεκριμένο κόμμα.
Επιπρόσθετα, η ρητορική του πολιτικού λόγου χρησιμοποιεί αντίθετες τακτικές, ανάλογα αν εκπορεύεται από το κόμμα που κυβερνά ή τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Είναι πλήρως επαινετική στον πολιτικό λόγο του κυβερνώντος κόμματος και εντελώς απαξιωτική στο λόγο της αντιπολίτευσης. Τα πάντα έχουν καλώς στον κυβερνητικό πολιτικό λόγο. Τα πάντα βαίνουν κατά διαόλου σύμφωνα με τον πολιτικό λόγο της αντιπολίτευσης. Ο κυβερνητικός λόγος μιλάει καταξιωτικά για σημαντικό έργο που έχει συντελεστεί, για γνώση των θεμάτων και για πείρα, για επιτυχείς χειρισμούς, για σοβαρότητα και εγκυρότητα στην άσκηση της πολιτικής, για ανάγκη συνέχισης και ολοκλήρωσης του κυβερνητικού έργου που βρίσκεται σε εξέλιξη κ.λπ. Αντίθετα, ο αντιπολιτευτικός πολιτικός λόγος είναι προβλέψιμα απαξιωτικός: ανυπαρξία έργου από το κυβερνών κόμμα, άγνοια των θεμάτων, απειρία, ανικανότητα χειρισμών, έλλειψη σοβαρότητας, κύρος μηδέν, πλήρης αναξιοπιστία κ.λπ. Τελικά, αυτή η σύγκρουση της πλήρως καταξιωτικής και της πλήρως απαξιωτικής ρητορικής κλονίζει την αξιοπιστία τού πολιτικού λόγου στη συνείδηση των κριτικά σκεπτόμενων πολιτών και ικανοποιεί μόνο την ψυχολογία των πολιτών-οπαδών, οι οποίοι αρέσκονται και- ακόμη περισσότερο- εθίζονται να ακούν ό, τι συμφωνεί με τις πολιτικές επιλογές τους.
Με τέτοιες δεσμεύσεις και συμπεριφορές των πολιτικών, τόσο της κεντρικής πολιτικής σκηνής, όσο και της τοπικής (Αυτοδιοικητικής), οι οποίοι εν πολλοίς δεν έχουν ακόμη ξεπεράσει τη νοοτροπία τού ρουσφετιού και τους διχαστικούς διαχωρισμούς τού τύπου «οι δικοί μας και οι άλλοι», ο πολιτικός λόγος στην Ελλάδα έχει πάρει σε μεγάλο βαθμό τη μορφή του κομματικού λόγου.
Γι΄ αυτό, η σημερινή πολιτική πραγματικότητα (πτώση πολιτικού ήθους, επικράτηση αθέμιτου ανταγωνισμού, άκρατος κομματισμός, δημαγωγία, εκμετάλλευση εκλογικού σώματος και διάψευση προσδοκιών) απωθεί τους σκεπτόμενου πολίτες και προπάντων τους νέους, οι οποίοι από τη φύση τους θεωρούνται ειλικρινείς, αδιάφθοροι και αρνούνται να υιοθετήσουν κατεστημένα πρότυπα δράσης και πολιτικοποίησης.


[1]  Ο κ. ΑΛΕΞΙΟΥ αρθρογραφεί κάθε Τετάρτη και Σάββατο στην εφημερίδα της Καρδίτσας «Πρωινός Τύπος». (Για τυχόν επισημάνσεις, παρατηρήσεις, επικοινωνία  κ.τ.λ: vaalexiou@yahoo.gr)
[2] Αναρωτιέται ο καθηγητής Γιώργος Μπαμπινιώτης σε άρθρο του στην εφημερίδα «ΤΟ ΒΗΜΑ», 2/4/2000.

Share this