Τρίτη 5 Φεβρουαρίου 2019

Πού βρίσκεται, λοιπόν, η ευτυχία; (γ’ ΜΕΡΟΣ- τελευταίο)




Επιμέλεια: Βασίλης Αλεξίου, Φιλόλογος [1]


Πού βρίσκεται, λοιπόν, η ευτυχία;   (γ’ ΜΕΡΟΣ- τελευταίο)

 Οι Μπακούτου, φυλή του Κογκό, ανέκαθεν θεωρούσαν τη λογική του λευκού ανθρώπου λιγάκι «παλαβή». Τον αποκαλούν «νυχτερίδα που αποφασίζει να πετάξει, αλλά δεν ξέρει που να πάει»! Στο προηγούμενο κείμενό μας[2] διαπιστώσαμε πως μάλλον το ίδιο πιστεύουν και πολλοί Μεξικανοί.
Φαίνεται, όμως, πως εκτός από τους Μπακούτου και τους Μεξικανούς και οι δικοί μας γονείς και παππούδες πίστευαν το ίδιο, εάν πιστέψουμε την παρακάτω ιστορία που «έρχεται» από τη Νάξο στα τέλη του 19ου αιώνα.
Ήταν ένας φτωχός με πολλά παιδιά και δούλευαν με τη γυναίκα του όλη μέρα. Κάθε βράδυ που ήταν κουρασμένοι, ήθελαν να φάνε το ψωμάκι τους ήσυχα κι αγαπημένα, κι έπειτα να πιάσει ο πατέρας τη λύρα του να χορεύουν τα παιδιά και να περνούν ζωή αγγελική.
Δίπλα κάθουνταν ένας πλούσιος, και σαν άκουε κάθε βράδυ τα γέλια και τις χαρές του φτωχού, παραξενεύονταν: «πώς εγώ μαθές να μην είμαι ευχαριστημένος κι αναπαμένος σαν αυτόν, όλη μέρα τσάπα και κασμά αλλά το βράδυ γλέντι». Το ξανασκέφτεται και λέει: «Θα του δώσω γρόσια, να δω τι θα κάνει».
Πάει την άλλη μέρα, βρίσκει το φτωχό, και του λέει:
- Επειδή σε ξέρω τίμιο άνθρωπο, να, σου δίνω χίλια γρόσια ν’ ανοίξεις εμπορικό κατάστημα ή ό,τι άλλο θες, κι αν πλουτίσεις, μου τα δίνεις, ειδεμή σου τα χαρίζω.
Όλη μέρα πια ο φτωχός, εσυλλογιόταν τι να κάνει τόσα γρόσια. Τα φέρνει από δω, τα φέρνει από κει: «ν’ ανοίξω πραματευτάδικο; να τα βάλω στον τόκο; να πάρω αμπελοχώραφα;».
Έρχεται το βράδυ, ούτε λύρα να πιάσει, μιλιά  τσίχ δεν έκαναν τα παιδιά του. Να γελάσουν, τα μάλωνε· όλη νύχτα δεν έκλεισε μάτι απ’ τη συλλογή (σκέψη). Την άλλη μέρα ούτε σε μεροκάματα να πάει ούτε πουθενά έξω από τη συλλογή. Τον ερωτά η γυναίκα του τι έχει; να τον κάνει να γελάσει· αυτός την εμάλωσε, να τον αφήσει ήσυχο!
O πλούσιος, περνά μια βραδιά, περνά άλλη, περνούν τρεις, ούτε λύρα πια άκουε ούτε γέλια, ούτε χορό των παιδιών.
Το πρωί βλέπει το φτωχό κι έρχεται:
- Να, χριστιανέ μου, τα γρόσια σου, κι ούτε αυτά θέλω ούτε τη σκοτούρα τους.
Από τότε, πάλι χαρούμενος στο σπίτι του, ο φτωχός έπαιζε τη λύρα, χόρευαν τα παιδιά του, σαν και πρώτα, και το άλλο πρωί στη δουλειά!
Είμαι βέβαιος πως πολλοί αναγνώστες του κειμένου θα διαφωνούν απόλυτα (ή εν μέρει) με τη θέση μου αυτή (ο πλούτος δε φέρνει την ευτυχία). Εξάλλου, οι έρευνες είναι ξεκάθαρες: πλούτος και ευτυχία συνήθως δεν πάνε μαζί. Όποιος επισκέπτεται την Ευρώπη απορεί με τα σοβαρά πρόσωπα και τα σουφρωμένα φρύδια των ανθρώπων στις πιο ευημερούσες χώρες.
Δεν είναι καινούριο το συμπέρασμα ότι η σχέση μεταξύ υλικής ευημερίας και συναισθηματικής ισορροπίας είναι μάλλον αντιστρόφως ανάλογη. Όταν ο Ιησούς διακήρυξε ότι «ουκ επ΄ άρτω μόνον ζήσεται άνθρωπος», υπενθύμισε σε όλους όσοι θεωρούν τον άνθρωπο μόνο ως homo economicus τις υλιστικές παρωπίδες τους. «Πλούσιε, αναρωτήσου, αν είσαι ευτυχισμένος, και αμέσως θα βγεις από την ψευδαίσθησή σου» έγραφε ο Τζον Στιούαρτ Μιλ.
Με τη συνειδητοποίηση ότι «ο πλούτος δε φέρνει την ευτυχία» ζητείται πλέον ένα νέο μέτρο για την ανθρώπινη ανάπτυξη, πολύ διαφορετικό από τη σημερινή κλίμακα, το Δείκτη Ανθρώπινης Ανάπτυξη των Ηνωμένων Εθνών, που ταξινομεί τις χώρες με βάση το κατά κεφαλή εισόδημα, το ποσοστό γνώσης, ανάγνωσης και γραφής και τον προσδοκώμενο μέσο όρο ζωής. Αυτά τα κριτήρια- τι έκπληξη!- επέλεξαν άνθρωποι με υψηλό κατά κεφαλή εισόδημα, υψηλά επίπεδα γνώσης γραφής και ανάγνωσης και υψηλό προσδοκώμενο μέσο όρο ζωής. Στο δείκτη αυτό μια χώρα με μεγάλο ποσοστό αναλφάβητων, αγροτών, ψαράδων, υλοτόμων κ.τ.λ. βαθμολογείται στην ουσία με μηδέν. Μια χώρα νευρωτικών με δύο διδακτορικά έκαστος, που ζουν ως τα 90 χρόνια τους, βαθμολογείται με άριστα....
.....................................................................................................................

Και που λες Ευτυχία - Αντώνης Καλογιάννης




[1]  Ο κ. ΑΛΕΞΙΟΥ αρθρογραφεί κάθε Τετάρτη και Σάββατο. (Για τυχόν επισημάνσεις, παρατηρήσεις, επικοινωνία  κ.τ.λ: vaalexiou@yahoo.gr)
[2] Βλέπε Π.Τ. Σάββατο 2/2, σελ. 3.

Share this