Σάββατο 6 Οκτωβρίου 2018

Η άλλη όψη του νομίσματος!




Ψύχραιμη ματιά
 Επιμέλεια: Βασίλης Αλεξίου, Φιλόλογος [1]

 

Σεβόμενος τις απόψεις των ιθυνόντων της εφημερίδας, συναίνεσα, ώστε να μη βγει την περασμένη Τετάρτη το κείμενό μου στο φύλλο. Αυτή είναι η απάντησή μου σε όσους με ρώτησαν σχετικά, χωρίς να δώσω περισσότερες πληροφορίες. Είναι όμως, φυλαγμένο στο αρχείο της εφημερίδας, αφού δεν πρόκειται να χάσει την ουσία του, έχει- που λέμε- διαχρονικότητα. Εξάλλου, οι φίλοι αναγνώστες, που έχουν γνώσεις διαδικτύου μπορούν εύκολα να το διαβάσουν στο blog του γράφοντα tokinitro.blogspot.com (ΤΟ ΚΙΝΗΤΡΟ).



Η άλλη όψη του νομίσματος!


Οι τόσο κοινοί στο νεοελληνικό μας λεξιλόγιο όροι «υποκριτής» και «υπόκριση» προέρχονται από το αρχαίο ελληνικό θέατρο, όπου δηλώνουν η πρώτη τον ηθοποιό και η δεύτερη την επί σκηνής τέχνη του. Από τη σκηνή του θεάτρου στη σκηνή της καθημερινότητας μεταφέρθηκαν οι όροι αυτοί αργότερα με το ξεσκέπασμα του ανθρώπου που έκανε ο Ιησούς Χριστός, επισημαίνοντας τον ρόλο που παίζουν συνήθως οι άνθρωποι μέσα στο θέατρο της καθημερινής ζωής, όταν ξεγελούν τους διπλανούς τους, πολύ συχνά δε και τον ίδιο τους τον εαυτό. Γιατί μέσα στον καθένα μας διαδραματίζεται συχνά ένας αδυσώπητος αγώνας ανάμεσα στην ειλικρινή προσωπικότητα και στην ψεύτικη - υποκριτική στάση. Ο αγώνας αυτός είναι διαρκής, χωρίς τελειωμό[2].
Πολλές φορές η ανθρώπινη προσωπικότητα χάνει την ελευθερία της και τη δημιουργικότητα, για να σκεπασθεί από την υποκρισία. Άλλοτε πάλι επαναστατεί ο άνθρωπος στον καταναγκαστικό αυτοματισμό της συμβατικότητας, για να κερδίσει την ελεύθερη προσωπικότητα. Η εκρηκτική στιγμή της διαμόρφωσης και ολοκλήρωσης του ανθρώπου σημειώνεται με μια επανάσταση κατά της συμβατικότητας. Ο άνθρωπος με την ηθοποιία, δηλαδή τον υποκριτικό ρόλο, που εκούσια αναλαμβάνει μέσα στην κοινωνική ζωή, ενώ νομίζει ότι εξυπηρετεί καλύτερα τις κοινωνικές του σχέσεις, στην πραγματικότητα βρίσκεται απομονωμένος μέσα σε «τείχη» που ο ίδιος έκτισε. Το κλείσιμο, όμως, μέσα στα τείχη του ατομισμού αποτελεί την πιο άγονη και αντικοινωνική στάση του ανθρώπου αυτού.
Και όμως ο ανθρώπινος αυτός τύπος συμπεριφέρεται σαν «κύριος» όσο και αν αυτό του κοστίζει σε αυθεντικότητα. Η συμπεριφορά του δεν κατευθύνεται από ενδόμυχες, ψυχολογικές διαθέσεις ή ηθικές προοπτικές, αλλά προσαρμόζεται στις απαιτήσεις των άλλων. Σκέπτεται, επικοινωνεί, ντύνεται και καταναλώνει, όπως είναι αρεστό στο μικρόκοσμο της κοινωνίας, όπου ζει. Η κοινωνική αποδοχή και καταξίωση ανάγεται σε βασικό κριτήριο αξιολόγησης της συμπεριφοράς. Ο κοινωνικός ρόλος υποκαθιστά το προσωπικό ήθος. Είναι προγραμματισμένος να απαντά στις απαιτήσεις της ομάδας. Υπο-κρίνεται, δηλαδή τελεί υπό την κρίση των άλλων. Πρωταγωνιστεί στην τραγωδία της ματαιότητας. Κωδικοποιημένος, αποξηραμένος, στερεοτυπικός, κουρδισμένος αυτοκράτορας της μοναξιάς, κύριος της καλυμμένης απελπισίας[3].
Εξετάζοντας, στο βαθμό που φτάνουν οι γνώσεις μου και προπάντων οι αντοχές μου, τέτοιους ανθρώπους-  κυρίως από την πολιτική ή από τον μικρόκοσμο της πόλης μας- παρατηρώ πως έχουν κάποιες εσωτερικές σταθερές στην υποκριτική συμπεριφορά τους. Εκμεταλλεύονται, λόγου χάρη, τις εκάστοτε περιστάσεις, ώστε να παρουσιάζονται σύμφωνοι με την επικαιρότητα ή μνημονεύουν λόγια, άρθρα, σκέψεις ανθρώπων που είναι γνωστό ότι δεν συμπαθούν- ενίοτε προσπάθησαν να τους κάνουν και κακό-, ώστε να αναδεικνύονται οι ίδιοι (με τις σκέψεις των αδικημένων)!
Ευτυχώς, λέγω, αργά η γρήγορα ο άνθρωπος που ’ναι υποκριτής ξεσκεπάζεται. Και όταν οι γύρω του ξεσκεπάζουν έναν άνθρωπο υποκριτή, τον απομονώνουν και του φέρονται βάναυσα, ακριβώς επειδή προσπάθησε να τους ξεγελάσει με τη δήθεν ηθική συμπεριφορά του. Φίλοι μου, ακόμη και, αν στο μεταξύ έχει φύγει από τη ζωή, τον ακολουθεί όχι η θύμηση για το καλό που έκανε στη επίγεια ζωή του, αλλά η περιφρόνηση για τις δόλιες μεθόδους που μετήλθε, έχοντας υποκριτικά το προσωπείο του καθωσπρεπισμού.
Κλείνω: η βασικότερη αιτία της υποκρισίας μπορεί να εντοπισθεί στο ότι συχνά ο υποκριτής άνθρωπος δεν είναι συμφιλιωμένος με τον εαυτό του, δεν είναι ευχαριστημένος με την προσωπικότητά του, και ως εκ τούτου προσπαθεί να την ντύσει με ψεύτικα στολίδια, με ανύπαρκτες αρετές και με φανταστικές ικανότητες. Η αλήθεια είναι, λοιπόν, τούτη: η αποδοχή της όποιας προσωπικότητας διαθέτει κανείς, έστω και περιορισμένων δυνατοτήτων, είναι η αρχή της καλής κοινωνικής προσαρμογής και κυρίως της δημιουργικής προσφοράς. Αντίθετα, η υποκρισία φθείρει τον άνθρωπο, οδηγώντας τον τελικά στην απομόνωση, στην απομάκρυνση και, τέλος, στη λήθη από τους συνανθρώπους του.



[1]  Ο κ. ΑΛΕΞΙΟΥ αρθρογραφεί κάθε Τετάρτη και Σάββατο. (Για τυχόν επισημάνσεις, παρατηρήσεις, επικοινωνία  κ.τ.λ: vaalexiou@yahoo.gr)
[2] http://img.pathfinder.gr/clubs/files/60832/72.html
[3] Καραβιδόπουλος Ιωάννης, “Υποκρισία, ένα παθολογικό και αντικοινωνικό φαινόμενο”, Άμβωνας Ορθοδοξίας. 


Share this